Της Ελευθερίας Μηλάκη
Το πρώτο χρώμα της άνοιξης
Ο ήλιος λάμπει ανάμεσα στον χιονισμένο Ψηλορείτη και στο γαληνεμένό Κρητικό Πέλαγος, η υπόσχεση της άνοιξης είναι εδώ – έστω και μόνο στη φύση – και δεν θα επιτρέψω σε τίποτα και κανένα να μου χαλάσει τη διάθεση. Σε ένα γράμμα στον αδερφό του, ο ζωγράφος Βίνσεντ Φαν Χοχ είχε γράψει κάτι όπως «αν έχω την τέχνη και την ομορφιά της φύσης τι άλλο να ζητήσω από τη ζωή, τι;». Γιατί του το έγραψε αυτό; Μήπως του είχε στείλει κανένα γράμμα ο αδερφός του που να έλεγε κάτι όπως «το νου σου ρεμάλι, πήγαινε να βρεις μια δουλειά, που ζεις ακόμα με τα λεφτά του μπαμπά – θα έχεις κακή κατάληξη». Ε, και απάντησε φαίνεται και ο ζωγράφος, «δεν έχω ανάγκη τίποτα, γιατί μου αρκεί να ζωγραφίζω». Τραγική ειρωνεία, όντως βρέθηκε νεκρός υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες.
Στην τηλεδιδασκαλία της κακοκαιρίας κάνανε μάθημα… παιδικής λογοτεχνίας. Παρακολουθούσα και εγώ, μουδιασμένη, απογοητευμένη που στο σχολείο δεν μαθαίνουν πια τίποτα, κάνουν μόνο τεστ, τεστ, τεστ, όσες μέρες προλάβουν τα σχολεία να μείνουν ανοιχτά. Ήταν ένας γραφικός τύπος που του είχαν δώσει το παρατσούκλι «ο πλούσιος», γιατί στην Κατοχή σκεφτόταν δυνατά και έλεγε «εμείς οι πλούσιοι αυτή την εποχή κάτι βρίσκουμε και τσιμπάμε, εσείς οι φτωχοί θα ήθελα να ήξερα πως τα βγάζετε πέρα;». Έτσι νιώθω τώρα, γιατί με κόπους και θυσίες έμαθα πέντε γράμματα να διαβάζω το παιδί μου στο σπίτι, οι άλλοι γονείς που δεν έχουν ούτε χρόνο, ούτε γνώσεις τι θα κάνουν; Αν έχουν χρήματα θα φέρνουν στρατιές καθηγητών για παράνομα ιδιαίτερα στο σπίτι και ας είναι κλειστά τα φροντιστήρια τόσο καιρό, ακόμα και αυτά που δούλευαν με πολύ μικρά γκρουπ. Ένα παιδάκι με έβγαλε από τις σκέψεις μου. Κυρία, η Άλκη Ζέη έγραψε το… Χάρυ Πότερ; Όχι, όχι παιδιά. Λοιπόν, θα σας αναθέσω να διαβάσει ο καθένας από σας ένα παιδικό λογοτεχνικό βιβλίο και να το παρουσιάσει στην τάξη με τον τρόπο που θα σας εξηγήσω εγώ. Τέλεια, σκέφτηκα. Το τελευταίο βιβλίο της Άλκης Ζέη, ποιο άλλο, να το διαβάσω και εγώ, να θυμηθώ τα παλιά χρόνια. Πρόλαβα να το προμηθευτώ πριν γίνει το σκληρό lockdown στο Ηράκλειο, που θέλει τα βιβλιοπωλεία να λειτουργούν με click away, τη στιγμή που θα συνωστιστούμε πάλι όλοι και σήμερα όπως κάθε μέρα στους φούρνους της γειτονιάς για ένα καφέ και ένα ψωμί, θα πάμε να κάνουμε χτένισμα με ραντεβού, και «ονυχοπλαστική». Έτσι. Να αγαπάμε τον εαυτό μας, να τον φροντίζουμε, γιατί μόνο όποιος είναι καλά μπορεί να προσφέρει και στους άλλους.
Και μετά όμορφα και ωραία θα συνωστιστούμε έξω από την εταιρία κούριερ, εσύ τι έχεις παραγγείλει; Αυτόν τον καιρό έχουν αρχίσει να με ενδιαφέρουν τα μικρά διακοσμητικά σπιτιού, που γρήγορα δίνουν μια όμορφη πινελιά στο χώρο. Πήρα ένα φωτάκι νυχτός σε σχήμα… λεμούριου της Μαδαγασκάρης και έχω επίσης δει κάτι κεράκια καρδούλες, ένα μαξιλαράκι με ζώα του δάσους, ένα ξύλινο σπιτάκι – ραφιέρα για τον τοίχο και άλλα. Εντάξει, θα το εξομολογηθώ. Στην ιστοσελίδα ενός βιβλιοπωλείου είδα και πάνινη κούκλα πολύ τέλεια, αλλά δεν θέλω και να γίνω σαν εκείνη την τρελή στο τούρκικο έργο Η προδοσία, που ζούσε μόνη της με τους υπηρέτες στην τεράστια έπαυλή της αγκαλιά με την κούκλα της, ενώ ο πρώην άντρας της παντρεύτηκε άλλη, αλλά ατύχησε, γιατί τον εκτέλεσε από ζήλεια ο πρώην άντρας της. Επίσης εφάρμοσα τον κανόνα που λέει «αν δεν μπορείς να πάρεις κάτι άλλο, πάρε ένα κραγιόν». Έρχεται και η νέα μόδα, το αγαπημένο μου αυτή τη σεζόν είναι τα μπλουζάκια με μήνυμα. Το μήνυμα που επιλέγω είναι LOVE, LOVE, LOVE. Αγάπη προς τον εαυτό μου, προς όλους, ακόμα και προς τους εχθρούς, όπως λέγανε και οι θεολόγοι στα θρησκευτικά. Άλλα μηνύματα που θα επέλεγα είναι «αγαπώ θα πει εγώ αγαπώ, το τι κάνει ο άλλος είναι δική του δουλειά» και «Πλούσιος θα γίνεις μόνο αν αποκτήσεις αυτά που δεν αγοράζονται με χρήμα». Αυτά τα λόγια είναι του συγγραφέα Μενέλαου Λουντέμη. Τελικά ισχύει η φράση του Καζαντζάκη, ότι το πνεύμα, η τέχνη, η λογοτεχνία, είναι η αντιασφυξιογόνος μάσκα στις φοβερές αναθυμιάσεις του κόσμου.
Όπως περνούσα μια μέρα απέναντι από την Πυροσβεστική, συνάντησα ένα οικογενειακό φίλο και όπως συνηθίζεται είπα «γεια σας, τι κάνετε». Η απάντηση ήταν «να περνά η ζωή Λευτερία, να περνά η ζωή». Είχε σοβαρό λόγο να νιώθει τόση απογοήτευση, όμως ίσως κανείς λόγος δεν είναι αρκετά σοβαρός για να αισθάνεται ένας άνθρωπος έτσι για πολύ καιρό, αν η λέξη πρέπει είναι κακή λέξη, εδώ μόνο έχει μια θέση. Πρέπει να μένουμε όρθιοι, ό,τι και αν συμβαίνει. Νοιάζονται δήθεν για τους παππούδες και τις γιαγιάδες και γι’ αυτό κάνουν το ακορντεόν άνοιξε – κλείσε. Η θεία Κ., που ζει μόνη παραπονιέται ότι δεν κάνει τίποτα, δεν βλέπει κανένα, μαγειρεύει και τρώει, αυτό. Δεν έχεις θεία τηλεόραση; Πώς, έχω μία μεγάλη που μου την έφεραν τα παιδιά, δική τους θα ήτανε και μου την έφεραν… Αυτή είναι η μία όψη του νομίσματος, τα παιδιά που φροντίζουν τους παππούδες, έστω και με μία τηλεόραση, έστω και πηγαίνοντάς τους τα ψώνια στην πόρτα, έστω και διεκπεραιώνοντας λογαριασμούς και άλλες υποθέσεις μέσω ίντερνετ, αν οι παππούδες δεν ξέρουν από αυτά.
Η άλλη όψη του νομίσματος είναι ότι υπάρχουν κάποιες φυλές ανέργων που ζουν στην γκρίζα ζώνη μεταξύ εργασίας και ανεργίας, είναι εκείνοι που εργάζονται περιστασιακά και δεν είναι ούτε άνεργοι, ούτε εργαζόμενοι, ενώ δεν δικαιούνται καμία απολύτως στήριξη από το κράτος, γιατί είτε δεν θεωρούνται άνεργοι, ακόμα και αν δουλεύουν για λίγες ώρες (mini job λέγεται στο εξωτερικό, δηλαδή… μίνι δουλειά), είτε δεν έχουν αρκετά ένσημα για να μπουν στο ταμείο ανεργίας, είτε, είναι και αυτοί, δεν μπαίνουν καν στον κόπο να «γραφτούν» στον οαεδ. Σε αυτές τις περιπτώσεις όντως κάποιοι ζουν από τις συντάξεις των γερόντων και αυτό είναι ατιμωτικό, ακόμα πιο ατιμωτικό από το θάνατο του κορωνοϊού.
Λένε οι διάφορες εφημερίδες προπαγάνδας ότι ζητάμε όλο και περισσότερα από το κράτος, αλλά η αλήθεια είναι ότι το κράτος αντί να βοηθάει, διαφημίζει ψεύτικα ότι βοηθάει. Δεν είναι λίγες οι φορές που έχω δει το αφήγημα «οι μετανάστες παίρνουν επιδόματα, σπίτι δωρεάν, όλα δωρεάν». Εννοείται ότι είναι ψέματα και το ξέρουμε αυτό, ότι η όποια ενίσχυση είναι προσωρινή και αφορά μόνο αναγνωρισμένους πρόσφυγες. Δυστυχώς αν αυτή τη στιγμή έβγαινε μια κυβέρνηση που έλεγε «κόβω τις συντάξεις των γερόντων για να δώσω επιδόματα πρόνοιας στα παιδιά τους» τα παιδιά θα ψήφιζαν ναι. Το μόνο σίγουρο βέβαια είναι ότι τα χρήματα που θα κοπούν από τις συντάξεις δεν θα πάνε στα… παιδιά. Τρεις γενιές σε lockdown. Κάθε γενιά με τα δικά της προβλήματα, τις δικές της ανησυχίες, τους δικούς της στόχους.
– Έγινε εξέγερση των φοιτητών στο Πολυτεχνείο, κυρία. Στις 17 Νοέμβρη του 1973.
– Πάλι καλά που έστω και ένας μέσα στην τάξη το ξέρει.
«Όλα τα ξέρει. Έχει γονείς, παππούδες, γιαγιάδες, άσε πια τον θείο της. Εμένα ποιος θα μου πει κάτι; Ο παπαγάλος»;
Συνεχίζω να διαβάζω και μου κάνει εντύπωση το εξής. Όταν η κυρία έβαλε έκθεση στα παιδιά «γράφω για την οικογένειά μου», ένα παιδί έγραψε «η οικογένειά μου είναι εγώ και ο μπαμπάς μου που είναι αστυνομικός και κυνηγάει κλέφτες, δολοφόνους, άστεγους και μετανάστες…». Ψέματα το είπε τελικά. Για να εντυπωσιάσει τα παιδιά. Δεν ήταν νταής ο αστυνομικός μπαμπάς και δυο δάκρυα κύλησαν στα μάτια του όταν έμαθε ότι ο γιός του έβγαλε σουγιά σε άλλο παιδί…
Παιδιά που αν τα ρωτήσεις τι γιορτάζουμε την 25η Μαρτίου μπορεί να σου πούνε ότι γιορτάζουμε τους… Τούρκους (στην καλύτερη περίπτωση), ηλικιωμένοι που είτε νιώθουν πως είναι βάρος στα παιδιά τους, είτε συντηρούν τα παιδιά τους με τη σύνταξή τους και «παιδιά» – γονείς πλέον χωρίς δουλειά ή με επισφαλέστατη δουλειά ή με μισθό – φιλοδώρημα. Όταν προσβάλεις τον άλλο βρίσκεσαι ο ίδιος ακόμα πιο χαμηλά και η όλη ιστορία προσβάλλει τους ανθρώπους και δεν πάει άλλο. Όπως θα έλεγε και ο Αμπντούλ που δεν βρίσκει την κατάλληλη λέξη πάντα «Ωραίο το παιχνιδάκι, τέλειο, αλλά αν πάει έτσι για πολύ θα γίνει εδώ Ταλιμπάν». Μια χαρά θα τα περάσουμε.